_______________________________

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

31--12---2015----------03 ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΥΧΙΚΟΣ ΜΑΙΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2005



Ίσως σας φαίνεται παράξενο ότι βάζω πράγματα τέτοιες μέρες για το σταυρικό θάνατο του Κυρίου μας. είναι θαυμαστή η γέννησης του Κυρίου και θαυμάσιο άγγελμα ειρήνης αλλά να ξέρουμε ότι αυτό το θαυμαστό γεγονός είχε προορισμό για την θαυμαστή δική μας σωτηρία, αλλά έπρεπε να ακολουθήσει αυτά που αναφέρει ο αδελφός μας μέσω του περιοδικού του «Τυχικός»


3. Έκλαψε εμπρός στο δικό Του Πάθος

Τούτη η τρίτη περίπτωση είναι και η πιο δύσκολη να κατανοηθεί. Η ώρα στον κήπο της Γεθσημανή είναι μυστηριώδης, όχι μόνο επειδή ήταν νύχτα, αλλά επειδή στην πνευματική σφαίρα συνέβηκαν γεγονότα για τα οποία ελάχιστα μπορούμε να γνωρίζουμε.

Οι Ευαγγελιστές κατέγραψαν μόνο όσα μπορούσαν ν’ αντιληφθούν οι ανθρώπινες αισθήσεις. Τι σήμαιναν όμως τα λόγια του Κυρίου, όταν μίλησε στους μαθητές για το συναισθηματικό Του κόσμο, «Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου· μείνατε εδώ και αγρυπνείτε»; (Μάρκ. 14/ιδ/34). Τι σήμαιναν τα λόγια της προσευχής Του, «Πάτερ μου, εάν ήναι δυνατόν, ας παρέλθη απ’ εμού το ποτήριον τούτο· πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ’ ως συ»; (Ματθ. 26/κς/38-39). Γιατί, όπως θα προσθέσει ο Λουκάς, «Ελθών εις αγωνίαν, προσηύχετο θερμότερον, έγεινε δε ο ιδρώς αυτού ως θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες εις την γην»; (Λουκ. 22/κβ/44).

Δε θα γνωρίζαμε περισσότερες λεπτομέρειες, αν ο συγγραφέας της Επιστολής προς Εβραίους δεν έδινε μια ακόμη άποψη –σχετική με τα δάκρυα του Ιησού– αποκαλύπτοντας ότι «εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού (...) μετά κραυγής δυνατής και δακρύων προσέφερε δεήσεις και ικεσίας προς τον δυνάμενον να σώζη αυτόν εκ του θανάτου» (Εβρ. 5/ε/7).

Ο Ιησούς γνώριζε από πριν ότι ένας από τους μαθητές θα Τον πρόδιδε, άλλος θα Τον αρνιόταν τρεις φορές και θα Τον καταριόταν, και ότι οι υπόλοιποι θα Τον εγκατέλειπαν. Επίσης γνώριζε ότι θα Τον κτυπούσαν, θα Τον χλεύαζαν, θα Τον έφτυναν, θα Τον σταύρωναν, θα Τον λόγχιζαν και θα Τον θανάτωναν. Ως άνθρωπος δε μπορούσε να θέλει να υποφέρει και να πεθάνει στο σταυρό αλλά ως άγιος ΔΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ήθελε να υπακούσει τον Ουράνιο Πατέρα και ήθελε να σωθούμε οι άνθρωποι από την αμαρτία μας.


Από κάθε πλευρά ήταν φρικτή η ώρα του σταυρού, όμως ο Χριστός έβλεπε μια μεγάλη προοπτική, που Τον ικάνωσε να προχωρήσει ως το τέλος: «Υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην» (Εβρ. 12/ιβ/2). Ήταν η χαρά της συγκομιδής των «καρπών», των ανθρώπων που θα εξαγόραζε με το αίμα Του, για το οποίο ο Προφήτης είχε γράψει: «Θέλει ιδεί τους καρπούς του πόνου της ψυχής αυτού και θέλει χορτασθή· ο δίκαιος δούλος μου θέλει δικαιώσει πολλούς διά της επιγνώσεως αυτού· διότι αυτός θέλει βαστάσει τας ανομίας αυτών» (Ησ. 53/νγ/11).

Ήταν και η χαρά της επανασύνδεσής Του με τον Πατέρα. «Έρχομαι προς σε. Πάτερ άγιε», είχε προσευχηθεί πριν από λίγες ώρες (Ιωάν. 17/ιζ/11,13). «Εγώ σε εδόξασα επί της γης, το έργον ετελείωσα, το οποίον μοι έδωκας διά να κάμω^ και τώρα δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου με την δόξαν, την οποίαν είχον παρά σοι πριν γείνη ο κόσμος» (εδ. 4-5). Ταπείνωσε τον εαυτό Του «γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού». Για το λόγο αυτό «ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα» (Φιλιπ. 2/β/8-9).

Είναι προφανές ότι υπάρχει πολύ βάθος στις ιερές στιγμές που δάκρυσε ο Ιησούς και αξίζει να μελετήσουμε βαθύτερα τις πτυχές που αποκαλύπτουν αυτές οι τρεις ιστορίες, για να έχουμε καλύτερη κατανόηση της βιβλικής αλήθειας. Ο Χριστός δεν δάκρυσε χωρίς λόγο αλλά επειδή έβλεπε τον θάνατο ως εχθρό που έπρεπε να πολεμήσει κι αυτό το έκανε «θανάτω θάνατον πατήσας».

Αντίθετα από τα ωραιοποιημένα, ψεύτικα και πλαστά λόγια, που συνηθίζουν να λένε κάποιοι ιεροκήρυκες για να παρηγορήσουν τους πενθούντες, η Βίβλος διδάσκει ότι και ο Θεός πονάει όταν πεθαίνει ο άνθρωπος. Πολύ περισσότερο πονάει όταν πεθαίνει ένας πιστός!


Στους Ψαλμούς υπάρχει το χωρίο «Πολύτιμος ενώπιον του Κυρίου ο θάνατος των οσίων αυτού» (Ψαλμ. 116/ρις/15). Πρόκειται για ένα πολύ παρεξηγημένο εδάφιο που πρέπει να ξαναδούμε με περισσότερη προσοχή.[1]

Ξεκινώντας από τη σημασία της λέξης ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ, (=αυτός που έχει μεγάλη/πολλή αξία) οι περισσότεροι ερμηνεύουν το χωρίο αυτό ωσάν να λέει ότι ο θάνατος του πιστού ΑΞΙΖΕΙ για τον Θεό^ Τον κάνει πλουσιότερο...

Όμως η σωστή ερμηνεία είναι ότι ο θάνατος του πιστού ΚΟΣΤΙΖΕΙ στον Θεό και –αν επιτρέπεται η έκφραση– Τον κάνει φτωχότερο!!!, γι’ αυτό και σωστά η ΝΔΜ αποδίδει το χωρίο με τούτα τα λόγια: «Δεν είναι αδιάφορος στον Κύριο ο θάνατος των πιστών του».[2]

Σε καμία περίπτωση ο Θεός ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΑΜΑΡΤΩΛΟΥ. «Ζω εγώ, λέγει Κύριος ο Θεός, δεν θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, αλλά να επιστρέψη ο ασεβής από της οδού αυτού και να ζη· επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών· διά τι να αποθάνητε, οίκος Ισραήλ;» (Ιεζ. 33/λγ/11). Για το λόγο αυτό ακριβώς είχε προειδοποιήσει τους Ισραηλίτες: «Το δίκαιον, το δίκαιον θέλεις ακολουθεί· διά να ζήσης και να κληρονομήσης την γην, την οποίαν Κύριος ο Θεός σου δίδει εις σε» (Δευτ. 16/ις/20).

Καθώς όμως ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, προσκάλεσε όλους να έρθουν σε Εκείνον για σωτηρία. Ο Παύλος θα εξηγήσει: «Δόξα και τιμή και ειρήνη εις πάντα τον εργαζόμενον το αγαθόν, Ιουδαίον τε πρώτον και Έλληνα· επειδή δεν είναι προσωποληψία παρά τω Θεώ» (Ρωμ. 2/β/10-11). Ή, όπως είπε ο Πέτρος στον Κορνήλιο, «Επ' αληθείας γνωρίζω ότι δεν είναι προσωπολήπτης ο Θεός, αλλ' εν παντί έθνει, όστις φοβείται αυτόν και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν» (Πράξ. 10/ι/34-35).

Θα ήθελε, αν ήταν δυνατόν, κανείς να μη χαθεί αιώνια, και είναι τούτος ο λόγος που αργοπορεί να επιστρέψει ο Χριστός: «Δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν» (Β~ Πέτρ. 3/γ/9).

Όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, η προοπτική Του ήταν μακάρια κι ευλογημένη. Ως δημιουργός και συντηρητής της ζωής, ήθελε τα πλάσματά Του να ζουν και να χαίρονται. Όταν όμως μπήκε στον κόσμο μας η αμαρτία, γέννησε τον καρπό της τον φοβερό, επειδή, όπως εξηγεί ο Ιάκωβος, «η αμαρτία εκτελεσθείσα γεννά τον θάνατον» (Ιάκ. 1/α/15).

Οι Πρωτόπλαστοι και εκπρόσωποί μας, δεν διάλεξαν το δίκαιο αλλά την παράβαση^ όχι την εντολή του Θεού αλλά τη δική τους επιθυμία. Το αποτέλεσμα: «Δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και διά της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον» (Ρωμ. 5/ε/12).

Όλα αυτά τα γνώριζε πολύ καλά ο Χριστός. Αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος και ο σκοπός που ήρθε στον κόσμο, «διά να καταστρέψη τα έργα του διαβόλου» του απ’ αρχής ανθρωποκτόνου (Α~ Ιωάν. 3/γ/8, Ιωάν. 8/η/44).

Ο θάνατος, λοιποόν, δεν είναι ευλογία αλλά είναι ΚΑΤΑΡΑ. Δεν είναι τιμή αλλά είναι ΠΟΙΝΗ. Δεν είναι επαγγελία αλλά είναι ΑΠΕΙΛΗ. Ήταν γι’ αυτό που προειδοποίησε ο Θεός τον Αδάμ, ότι «καθ' ην ημέραν φάγης απ' αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει» (Γέν. 3/γ/17). Είναι Ο ΕΣΧΑΤΟΣ, Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, το χειρότερο έργο του Διαβόλου, και ο Χριστός ήρθε στον κόσμο αυτό για να νικήσει το θάνατο.


Ο απόστολος Παύλος διδάσκει σχετικά ότι ο Χριστός «έσωσεν ημάς και εκάλεσε με κλήσιν αγίαν, ουχί κατά τα έργα ημών, αλλά κατά την εαυτού πρόθεσιν και χάριν, την δοθείσαν εις ημάς εν Χριστώ Ιησού προ χρόνων αιωνίων, φανερωθείσαν δε τώρα διά της επιφανείας του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όστις κατήργησε μεν τον θάνατον, έφερε δε εις φως την ζωήν και την αφθαρσίαν διά του ευαγγελίου» (Β~ Τιμ. 1/α/10). Αυτό το θαυμαστό έργο το ΚΑΤΑΦΕΡΕ με τη θυσία Του στον Σταυρό. Πάλι ο Παύλος θα εξηγήσει ότι, «Έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α~ Κορ. 15/ιε/26).

Αφού όμως αυτό δεν είχε γίνει την ώρα που ο Χριστός στάθηκε απέναντι στο μνήμα του Λάζαρου ούτε ως την ώρα που συζητάμε –αλλά θα γίνει κατά την ώρα της πρώτης ανάστασης– γι’ αυτό και ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ εξακολουθεί να κυριαρχεί πάνω στους ανθρώπους. Ο Χριστός δεν έχει φέρει ακόμη ΤΗΝ ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ, γι’ αυτό και ο Λάζαρος και όσοι άλλοι αναστήθηκαν θαυματουργικά, ύστερα από κάποιο χρόνο ΠΕΘΑΝΑΝ ΠΑΛΙ.

Αυτή η κατάσταση εξακολουθεί να ισχύει προσωρινά μέχρι και στις ημέρες μας, όμως ο Ησαΐας προφήτεψε ότι: «Θέλει καταπίει τον θάνατον εν νίκη· και Κύριος ο Θεός θέλει σπογγίσει τα δάκρυα από πάντων των προσώπων· και θέλει εξαλείψει το όνειδος του λαού αυτού από πάσης της γης· διότι ο Κύριος ελάλησε. Και εν εκείνη τη ημέρα θέλουσιν ειπεί, Ιδού, ούτος είναι ο Θεός ημών· περιεμείναμεν αυτόν και θέλει σώσει ημάς· ούτος είναι ο Κύριος· περιεμείναμεν αυτόν· θέλομεν χαρή και ευφρανθή εν τη σωτηρία αυτού» (Ησ. 25/κε/8-9) κι αυτό είναι που περιμένουμε οι πιστοί!

Συνεπώς δεν αποβλέπουμε στο θάνατο αλλά περιμένουμε την ώρα της ανάστασης, τότε που «θέλει σαλπίσει, και οι νεκροί θέλουσιν αναστηθή άφθαρτοι, και ημείς θέλομεν μεταμορφωθή. Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν. Όταν δε το φθαρτόν τούτο ενδυθή αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδυθή αθανασίαν, τότε θέλει γείνει ο λόγος ο γεγραμμένος· Κατεπόθη ο θάνατος εν νίκη» (Α~ Κορ. 15/ιε/52-54).

Τι γίνεται όμως τώρα, που ο Ιησούς άφησε αυτή τη γη και επέστρεψε στον Ουρανό; Μας θυμάται καθόλου; Μας βλέπει; Συμμερίζεται τους πόνους μας; Μήπως έχασε τη συμπόνια Του για μας;


Ο συγγραφέας της Επιστολής προς Εβραίους θα γράψει: «Δεν έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον να συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών, αλλά πειρασθέντα κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών χωρίς αμαρτίας. Ας πλησιάζωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, διά να λάβωμεν έλεος και να εύρωμεν χάριν προς βοήθειαν εν καιρώ χρείας» (Εβρ. 4/δ/15-16). Είναι κοντά μας όταν πάσχουμε και είναι κοντά μας όταν πενθούμε. Σύμφωνα μάλιστα με την υπόσχεσή Του, εάν παραμείνουμε πιστοί ως το τέλος, θα μας αναστήσει σε αιώνια ζωή στο νέο κόσμο της Βασιλείας Του.

Θέλοντας να διαφωτίσει και να παρηγορήσει τους πιστούς της Θεσσαλονίκης, ο απόστολος Παύλος δεν τους μίλησε για κάποια ενδιάμεση κατάσταση ούτε περιέγραψε τους κοιμηθέντες αγίους ως φτερωτούς αγγέλους που παίζουν άρπες επάνω σε λευκά σύννεφα.

Αντίθετα τους μίλησε για την ανάσταση: «Δεν θέλω να αγνοήτε, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, διά να μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα. Διότι εάν πιστεύωμεν ότι ο Ιησούς απέθανε και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού θέλει φέρει μετ’ αυτού[3] (...) Λοιπόν παρηγορείτε αλλήλους με τους λόγους τούτους» (Α~ Θεσ. 4/δ/13-18).

Ο Απόστολος του Χριστού κατανοεί την ανάγκη των πιστών για παρηγοριά και δεν τους επιπλήττει επειδή «λυπούνται», τους δίνει όμως φως ώστε να μη λυπούνται «καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα» (εδ. 13). Και το φάρμακο της παρηγοριάς του Παύλου είναι η αλήθεια ότι «οι αποθανόντες εν Χριστώ θέλουσιν αναστηθή πρώτον» (εδ. 16). Κι είναι τούτο το μήνυμα που δόθηκε προς όλους εμάς, για να παρηγορούμε ο ένας τον άλλο όταν βρισκόμαστε σε πένθος. |

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
------------------------------------
[1]. Επιφυλασσόμαστε να εξετάσουμε το θέμα αυτό στο μέλλον σε μεγαλύτερη έκταση.

[2]. Παράβαλε εν προκειμένω και το χωρίο «Πολύτιμος είναι η απολύτρωσις της ψυχής αυτών» (Ψαλμ. 49/μθ/8) που περιέχει την ίδια ακριβώς λέξη (ελλ. πολύτιμος, εβρ. yaqar).

[3]. Πολλοί διδάσκουν ότι ο Χριστός θα φέρει μαζί Του από τον ουρανό τους κοιμηθέντες. Αντίθετα ο Παύλος λέει ότι ο Θεός θα τους αναστήσει και θα τους συγκεντρώσει κοντά Του. Είναι ενδιαφέρον στο σημείο αυτό να προσέξουμε πώς αποδίδει το χωρίο αυτό ο καθηγητής Π. Τρεμπέλας: «Ο Θεός εκείνους που απέθαναν ενωμένοι διά της πίστεως με τον Ιησούν, θα τους φέρη ενδόξως εις την αιωνίαν ζωήν μαζί με αυτόν».
Αλλά και η ΝΔΜ λέει: «Αυτούς που πέθαναν πιστεύοντας στον Ιησού, ο Θεός θα τους αναστήσει για να ζήσουν μαζί του». Άρα το νοούμενο δεν είναι ότι θα τους φέρει μαζί Του από τον ουρανό, αλλά ότι θα τους πάρει μαζί Του εκεί όπου θα είναι και ο Χριστός.
……………………………..

Άλλες σχετικές λέξεις

Κρίνεται χρήσιμο να θυμίσουμε εδώ από τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, τις πιο συνηθισμένες λέξεις που σχετίζονται με το θέμα μας, οι οποίες εντούτοις εκφράζουν διαφορετικό βαθμό συναισθημάτων και καταστάσεων:

Πένθος (από το ρ. πενθώ), λυπούμαι εσωτερικά με αφορμή το θάνατο αγαπητού προσώπου. Κατάσταση που διαρκεί περισσότερο χρόνο και στα αρχικά στάδια συνήθως συνοδεύεται από εξωτερικές εκδηλώσεις που εκφράζονται από τις λέξεις που ακολουθούν.

Θρήνος (από το ρ. θρηνώ), είναι η εξωτερική φανέρωση της εσωτερικής λύπης που εκφράζεται με μοιρολόγια - νεκρικά άσματα.

Κλαυθμός (από το ρ. κλαίω), χύνω δάκρυα ως αποτέλεσμα πένθους. Φυσιολογική έκφραση πολύ χρήσιμη για την ανακούφιση του εσωτερικού μας κόσμου.

Κραυγή (από το ρ. κραυγάζω). Στο προκείμενο κραυγή ως αποτέλεσμα ψυχικού πόνου.

Οδυρμός (από το ρ. οδύρομαι) είναι η εξωτερική φανέρωση της εσωτερικής λύπης που εκφράζεται με γοερές κραυγές πόνου (γόες, στεναγμούς, βογκητά).

Κοπετός (από το ρ. κόπτω, κόπτομαι=κόβω, κτυπώ με τσεκούρι)^ θρηνώ χτυπώντας το στήθος μου.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν να ταξινομηθούν, από άποψη έντασης, ως εξής:

Ο άνθρωπος που έχασε δικό του πρόσωπο είναι φυσικό να αισθάνεται λύπη - ψυχικό πόνο, που εν προκειμένω είναι το πένθος όπου το άτομο υποφέρει σιωπηλά. Ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του ατόμου αλλά και τις κοινωνικές συνθήκες, το πένθος μπορεί να εκδηλώνεται (α) με θρήνο (λυπητερό τραγούδι) που είναι εκδήλωση δυνατότερη από το πένθος, (β) με οδυρμό (έκφραση στεναγμών), (γ) με κοπετό (όπου ο άνθρωπος χτυπά το στήθος του, τραβάει τα μαλλιά του κ.λπ.).

 Όλες αυτές οι λέξεις υπάρχουν στην Καινή Διαθήκη:

Ο Χριστός μακάρισε τους «πενθούντες» (Ματθ. 5/ε/4),
Οι χήρες έκλαιγαν για το θάνατο της Δορκάδας (Πράξ. 10/ι/39)
Οι αδελφοί έκαναν μεγάλο θρήνο (αρχ. κοπετόν) για το θάνατο του Στέφανου (Πράξ. 8/η/2)
Οι πρεσβύτεροι της Εφέσου αποχωρίστηκαν τον Παύλο με κλαυθμό, γνωρίζοντας ότι τον έβλεπαν για τελευταία φορά (Πράξ. 20/κ/37) και
Οι Κορίνθιοι εκδήλωσαν οδυρμό για τον φυλακισμένο Παύλο (Β~ Κορ. 7/ζ/7).
Δεν κάνουν καλά, λοιπόν, εκείνοι που προσπαθούν να επιβάλλουν στους ανθρώπους να “πνίξουν” τα συναισθήματά τους, για να δείξουν δήθεν “δυνατοί χριστιανοί”, επειδή αυτό δεν προκύπτει από τη διδαχή της Καινής Διαθήκης. |

…………………………….
Το παράδειγμα του Παύλου


Ως πιστός ακόλουθος του Χριστού, ο Παύλος εφάρμοσε το παράδειγμα Εκείνου. Πονούσε για τους συμπατριώτες του σε βαθμό ώστε να εκφράσει ακόμη και την επιθυμία να είχε τιμωρηθεί αυτός προκειμένου να σωθούν εκείνοι. «Διότι ηυχόμην αυτός εγώ να ήμαι ανάθεμα από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των κατά σάρκα συγγενών μου» (Ρωμ. 9/3).

Παράλληλα είχε έντονο ενδιαφέρον για τους χριστιανούς αδελφούς του και αναφερόμενος στην προηγούμενη διακονία του μεταξύ τους, ο Παύλος είπε στους πρεσβύτερους της εκκλησίας της Εφέσου: «Σεις εξεύρετε, από της πρώτης ημέρας αφ’ ης επάτησα εις την Ασίαν, πως επέρασα μεθ’ υμών όλον τον χρόνον, δουλεύων τον Κύριον μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και μετά πολλών δακρύων και πειρασμών, οίτινες μοι συνέβησαν εν ταις επιβουλαίς των Ιουδαίων» (Πράξ. 20/18-19)

Πόσο όμως σπανίζουν σήμερα οι πνευματικοί ηγέτες, που ως καλοί ποιμένες θα σταθούν πρόθυμα για να κλάψουν στο πλευρό των πνευματικών προβάτων! 
|
...................