_______________________________

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΕΛΠΙΔΑΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ-ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ
ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΕΡΧΟΜΕΝΟΝ ΜΕΤΑ ΔΟΞΗΣ…
Γ .Α. ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ δ. θ.

Πρώτη χαρά που θα γνωρίσει του Κυρίου μας η καρδιά πρώτος σταθμός στη σειρά των μεγάλων γεγονότων που περιμένουμε θα είναι η αρπαγή της Εκκλησίας.
Εδώ μας χρειάζεται μια έστω και σε πολύ γενικές γραμμές ταξινόμησης των γεγονότων αυτών για να προληφθούν ενδεχόμενες παρεξηγήσεις. Δύο εδάφια ας πάρουμε για αφετηρία μας. Το ένα από την προς Εβραίους Επιστολή το άλλο από της Αποκαλύψεως. Στην προς Εβραίους Επιστολή (9:28) διαβάζουμε: «Ο Χριστός άπαξ προσφερθείς δια να σηκώσει τας αμαρτίας πολλών θα φανεί εκ δευτέρου χωρίς αμαρτίας εις τους προσμένοντας αυτόν δια Σωτηρίαν». Θα έρθει θα φανεί εις ποιους; Εις τους «προσμένοντας Αυτόν». Μονάχα αυτοί θα τον δουν. Το  άλλο εδάφιο είναι από το βιβλίο της Αποκαλύψεως (1:7): «Ιδού έρχεται μετά των νεφελών και θα ιδεί Αυτόν πας οφθαλμός»  θα τον δουν όλοι χωρίς καμιά εξαίρεση εν αντιθέσει προς τη διαβεβαίωση του πρώτου εδαφίου σύμφωνα με το οποίο θα φανεί εις τους «προσμένοντας Αυτόν».
Αντίφασης λοιπόν υπάρχει μεταξύ των δύο αυτών εδαφίων; Αντίφασης δεν υπάρχει αλλά το καθένα από τα δύο αυτά χωρία αναφέρεται σε μια από τις δύο φάσεις σε ένα από τα δύο στάδια από τα οποία θα περάσει το μεγάλο γεγονός της δευτέρας ελεύσεως του Κυρίου. Σαφώς η Αγία Γραφή διδάσκει και καθώς προχωρούμε στη μελέτη μας αυτή θα μας γίνει σαφέστερο ότι σε δύο στάδια θα είναι η έλευσης του Κυρίου.
Πρώτα όχι στη γη αλλά στον αέρα για να παραλάβει τους δικούς Του: «Αυτός ο Κύριος θα καταβεί απ’ ουρανού με κέλευσμα με φωνήν αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού και οι αποθανόντες εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτον έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν θα αρπαχθώμεν μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα και ούτω θα είμεθα πάντοτε με τα του Κυρίου» (Α΄ Θεσσαλονικείς 4:16-17). Κατόπιν στη γη  και μαζί Του όλοι οι δικοί Του: «Κύριος ο Θεός μου θα έλθει και μετά Σου πάντες οι δικοί οι άγιοι» (Ζαχαρίας 14:5)
Πρώτα λοιπόν η έλευσης του Χριστού για τους αγίους Του για να τους παραλάβει μαζί Του κατόπιν η έλευσης του χριστού με τους αγίους Του για να συμβασιλεύσει μαζί τους. και όπως θα έχουμε την ευκαιρία να αναπτύξουμε σ’ άλλο κήρυγμα Της σειράς αυτής οι δύο αυτές φάσεις της δευτέρας ελεύσεως του Κυρίου μας θα χωριστούν απ’ αλλήλων με ένα διάστημα επτά ετών όση θα είναι η διάρκεια της εβδομηκοστής εβδομάδος στην όραση του Δανιήλ (Δανιήλ 9: 24-27). Αυτή είναι γενικά γινομένη δεκτή γνώμη για τα δύο στάδια της δευτέρας ελεύσεως του Χριστού. Εφτά χρόνια ανάμεσα τους. εφτά χρόνια γεμάτα από σπουδαιότατα γεγονότα και για τον κόσμο και για τους Ιουδαίους και την για την εκκλησία.
Τώρα βρισκόμαστε στην αρχή των επτά ετών. Βρισκόμαστε τώρα στο πρώτο στάδιο της ελεύσεως του Κυρίου. και όπως προκύπτει από την Α΄ Θεσσαλονικείς Επιστολή (4:15-17) χαρακτηρίζεται το πρώτο αυτό στάδιο από δύο γεγονότα. Πρώτα η ανάστασης των πιστών:» Και οι αποθανόντες εν χριστώ θα αναστηθούν πρώτον». Και κατόπιν η αρπαγή όλων των πιστών στον αέρα για να συναντήσουν τον Κύριο αφού πρώτα τα σώματα των ζώντων τη στιγμή της ελεύσεως του κυρίου πιστών υποστούν μια θαυμαστή μεταβολή: «Έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν θα αρπαχθώμεν μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου».
Με το πρώτο από τα δύο αυτά γεγονότα την ανάσταση των πιστών τώρα δεν θ’ ασχοληθούμε γιατί σ’ αυτό αφιερώνουμε ολόκληρο το επόμενο κήρυγμα. Τώρα με το δεύτερο μόνο γεγονός θ’ ασχοληθούμε. Με την αρπαγή των πιστών στον αέρα.

``````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````                               
Μειδίαμα=(χαμόγελο δυσπιστίας) ασφαλώς μια τέτοια σκέψης θα έφερνε στα χείλη ενός που δεν είναι πιστός. Με σκεπτικισμό μεγάλο θα άκουγε ένας άνθρωπος του κόσμου ότι μια
Μέρα – άγνωστο ποια μέρα ίσως όμως στις δικές μας τις
Μέρες – ένα σύννεφο σαν τα’ άλλα τα σύννεφα θα περάσει πάνω από τον πλανήτη μας. Τα μάτια τα γήινα δεν θα μπορέσουν να δουν πίσω από το σύννεφο. Ο νους ο σαρκικός δεν θα μπορέσει να διακρίνει τι υπάρχει πίσω από το σύννεφο. Στην πραγματικότητα όμως άρμα θα είναι που θα φέρει τους πιστούς

στον Κύριο τους.
Και θα γυρίσει τότε ολόγυρα του ο άνθρωπος του κόσμου και θα αντιληφθεί ξαφνικά και ανέλπιστα κενά. Τότε από ένα σπίτι θα λείψουν ξαφνικά μερικοί: «δύο θα είναι επί μιας κλίνης ο εις παραλαμβάνεται και ο άλλος αφίνεται» (Λουκάς 13:34). Τότε στενοί δεσμοί συνεργασίας ξαφνικά θα διαρραγούν: «δύο γυναίκες θα αλέθουν ομού η μία παραλαμβάνεται και η άλλη αφίνεται» ( Λουκάς 17: 35-36). Θα τρέξει στο νεκροταφείο τότε ο άπιστος κι’ εκεί οι ανοιχτοί τάφοι των πιστών θα του ψιθυρίσουν το μεγάλο μυστικό. Θα γυρίσει τότε τα μάτια του ψηλά κι’ εκεί πάνω σε κάποια γωνιά του ουρανού θα δει το σύννεφο
ν’ απομακρύνεται. Και τότε θα καταλάβει. Έφυγε από τον κόσμο η εκκλησία! Ένα μεγάλο κεφάλαιο της ανθρώπινης ιστορίας έκλεισε οριστικά. Το σταματημένο ρολόι του Θεού άρχισε ξαφνικά να ξαναχτυπά. Άνοιξε η τελευταία προφητική εβδομάδα για να δώσει το σύνθημα σε πολύ σπουδαία γεγονότα που θα διαδραματιστούν τώρα κι’ εκεί επάνω στον ουρανό κι εδώ κάτω στη γη. Ότι θα λάβει πράγματι χώραν ένας οριστικός και ανεκπλήρωτος χωρισμός που θα θέσει τέρμα στην παρούσα κατάσταση πραγμάτων το διεκήρυξε επανειλημμένως αυτός ο Χρηστός. Τρεις από τις παραβολές Του αν θυμηθούμε θα δούμε σαφώς να τίθεται μπροστά μας το μοιραίο αυτό γεγονός του χωρισμού. Ένας ψαράς είναι καθισμένος στην ακρογιαλιά. Το δίχτυ του έχει ανασύρει από την Θάλασσα ένα ανάμικτο πλήθος από ψάρια και ο ψαράς καθισμένος δίπλα στην ανάμικτη αυτή άγρα είναι τώρα απασχολημένος στο να ξεχωρίζει εκείνα που είναι χωρίς αξία από τα χρήσιμα. «και καθήσαντες συνέλλεξαν τα καλά αγγεία τα δε αχρεία έρριψαν έξω. Ούτω θα είναι εν τη συντελεία του αιώνος» (Ματθαίος 13:48-49). Όταν το δίχτυ του Κυρίου από την Θάλασσα της ανθρωπότητας ανασύρει στην ακρογιαλιά της αιωνιότητας την ανάμικτη άγρα του ένας παρόμοιος διαχωρισμός. Κατ’ ανάγκη θα λάβει χώραν.
Σ’ ένα χωράφι σε μια άλλη παραβολή μαζί συναυξάνουν το σιτάρι και τα ζιζάνια. Μαζί ως την ώρα του θερισμού. Τότε
θ’ ακολουθήσει ο μοιραίος χωρισμός.  Τότε «οι πράττοντες την ανομίαν θα ριφθούν εις την κάμινον του πυρός…και οι δίκαιοι θα εκλάμψουν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών (Ματθαίος 13:42-43). Μπροστά στην πόρτα ενός μεγάρου συντελείται ένας άλλος χωρισμός. Σε δέκα από τα κορίτσια του χωριού προσφέρθηκε η χαρούμενη και τιμητική ευκαιρία ν’ αποτελέσουν μέρος της συνοδείας μιας γαμήλιας πομπής. Μια όμως αμέλεια των πέντε από τα δέκα αυτά κορίτσια τα χώρισε από τις συντρόφισσες τους. και τώρα με τις σκοτεινές λαμπάδες στα χέρια τους στέκονται έξω από τη μεγάλη κλειστή πόρτα. Ο ανέκκλητος και πάλι χωρισμός. Τα πέντε μέσα στη ζεστή και χαρούμενη ατμόσφαιρα της γιορτής. Τα άλλα πέντε έξω στο κρύο και το σκοτάδι του έρημου δρόμου (Ματθαίος 25:1-12).
Εκείνος που άνοιξε το πρώτο κεφάλαιο της ιστορίας του ανθρώπου διαχωρίζοντας το φως από το σκότος (Γένεσης 1:3) θα κλείσει το τελευταίο κεφάλαιο της πολυτάραχης αυτής ιστορίας διαχωρίζοντας  και πάλι οριστικά πλέον το πνευματικό φως από το πνευματικό σκότος.

```````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````
Ένα ερώτημα που πολύ μας ενδιαφέρει είναι: ποιο θα είναι το κριτήριο του οποίου θα γίνει ο διαχωρισμός αυτός; Κανείς ας μη παραξενευτεί αν πω ότι ο διαχωρισμός αυτός δεν θα γίνει βάσει θρησκευτικού κριτηρίου υπό την έννοια υπό την οποία συνήθως γίνεται χρήσης του όρου «θρησκεία». Γενικά στη συνείδηση των ανθρώπων υπάρχει η αντίληψης ότι σ’ εκείνον το μεγάλο και τελικό διαχωρισμό μέσα στο φωτεινό κύκλο θα βρεθούν οι άνθρωποι οι θρησκευόμενοι αυτοί που ανήκαν στην Εκκλησία εδώ κάτω αυτοί που φρόντιζαν να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Και έξω από τον φωτεινό κύκλο θα βρεθούν εκείνοι που δεν είχαν σχέση με τη θρησκεία.
Όχι ! είπε ο κύριος μας. Όχι μ’ αυτό το κριτήριο! Εκείνη την ημέρα είπε άνθρωποι θρησκευόμενοι θα βρεθούν έξω. «Δεν θα εισέλθει εις την βασιλείαν των Ουρανών πας ο λέγων προς Εμέ Κύριε –Κύριε» (Ματθαίος 7:21). Ακόμα και λειτουργοί της εκκλησίας και κήρυκες ακόμα του ευαγγελίου εκείνη την ημέρα θα βρεθούν έξω από τον κύκλο του φωτός: «Πολλοί θα είπουν προς Εμέ εν εκείνη τη ημέρα: Κύριε –Κύριε δεν προφητεύσαμε εν τω ονόματι Σου και εν τω ονόματι Σου εξεβάλαμε δαιμόνια και εν τω ονόματι Σου κάμαμε θαύματα πολλά; Και τότε θα ομολογήσω προς αυτούς ότι ποτέ δεν σας εγνώρισα φεύγετε απ’ Εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ματθαίος 7:22-23)
Όχι λοιπόν οι θρήσκοι οσονδήποτε έντονος κι αν είναι ο θρησκευτικός χαρακτήρ της ζωής τους οσονδήποτε σπουδαία κι αν είναι η θέσης που κατέλαβαν στη ζωή της Εκκλησίας. Αλλά – και μόνο αυτοί – θα βρεθούν εκείνη τη μεγάλη μέρα μέσα στον κύκλο του Φωτός.
Πριν απομακρυνθούμε από το ζήτημα του κριτηρίου βάσει του οποίου θα λάβει ή δεν θα λάβει κανείς μέρος στην αρπαγή της Εκκλησίας θα πρέπει με δύο λόγια να αναφέρουμε και να εξετάσουμε μια θεωρία που τα τελευταία αυτά χρόνια καλλιεργείτε σε μερικούς κύκλους ευσεβών ανθρώπων. Κατά τη θεωρεία αυτή στην αρπαγή της Εκκλησίας οι Χριστιανοί μόνο θα μετάσχουν αλλά όχι όλοι οι Χριστιανοί. Όσοι με τη χάρι του Θεού  αναγεννήθηκαν όχι όμως όλοι αυτοί. Μόνο εκείνοι θα πάρουν μέρος που προσμένουν τον Κύριο. Έτσι λοιπόν με κριτήριο εκλεκτικό θα γίνει την ημέρα εκείνη η επιλογή των Χριστιανών που θα αρπαγούν στον αέρα προς συνάντηση του Κυρίου. Μονάχα οι πνευματικοί χριστιανοί. Μονάχα οι αφιερωμένοι χριστιανοί. Οι άλλοι θα μείνουν εδώ κάτω για να γνωρίσουν την τρομερή πείρα του δευτέρου ημίσεως της τελευταίας εκείνης εβδομάδας που θα τους καθαρίσει και θα τους απαλλάξει από τα σαρκικά και κοσμικά στοιχεία που είχαν μολύνει τη μαρτυρία τους για το Χριστό.
Πρέπει να το ομολογήσουμε ότι ευθύς από την αρχή αισθανόμαστε την παρόρμηση να δεχθούμε τη θεωρία αυτή ως ορθή γιατί μια τέτοια διδασκαλία ενθαρρύνει αναμφισβήτητα την πνευματικότητα και προάγει την ευσέβεια στη ζωή των τέκνων του Θεού. τελικά όμως δεν μπορούμε παρά να την απορρίψουμε γιατί το κριτήριο με το οποίο μπορεί μια διδασκαλία να γίνει αποδεκτή δεν είναι η πνευματική έστω ωφελιμότης της δεν είναι το κατά πόσον η διδασκαλία προάγει ή δεν προάγει την πνευματική ζωή του ανθρώπου αλλά πόσον τη διδασκαλία αυτή διδάσκει ή δεν διδάσκει ο Λόγος του Θεού. Και τη διδασκαλία της μερικής μόνο αρπαγής των πιστών προς συνάντηση του Κυρίου ο Λόγος του Θεού δεν τον διδάσκει.
Πρώτα- πρώτα η διδασκαλία αυτή έρχεται σ’ αντίθεση με τη
βασική διακήρυξη του Λόγου του Θεού ότι η σωτηρία του ανθρώπου κατά χάριν δια της πίστεως συντελείται και όχι εξ έργων. Αντικείμενο δε της σωτηρίας της λυτρώσεως δεν είναι μόνο η ψυχή του πιστού αλλά και το σώμα του.
πως θα εκδηλωθεί η λύτρωσης αυτή του σώματος θα αποτελέσει αντικείμενο της έρευνας μας στο επόμενο κήρυγμα μας. Εκείνο πάντως που πρέπει τώρα να τονιστεί είναι η λύτρωσης που προσφέρει ο Θεός  στον άνθρωπο εκτείνεται σ’  ολόκληρη την προσωπικότητα του ανθρώπου εκείνος που δεν  θα λάβει μέρος στην αρπαγή της Εκκλησίας θα στερηθεί κατ’ ανάγκην σ’ αυτό το στάδιο αυτού του τμήματος του λυτρωτικού έργου του Χριστού ενώ οι άλλοι που θα αρπαγούν τη λύτρωση του σώματος θα την έχουν αποκτήσει με την ευσέβεια της ζωής του;
επί διπλής δηλαδή βάσεως θα έχουν αποκτήσει οι τελευταίοι αυτοί τη λύτρωση τους: της ψυχής τη σωτηρία δια της πίστεως του σώματος τη σωτηρία δια των έργων. Πράγμα που είναι βέβαια απαράδεκτο. Αλλά και αντιθέτως είναι γεμάτος ο Λόγος του Θεού από διακηρύξεις ή απλές νύξεις για το ότι όλοι όσοι είναι του Χριστού ασχέτως δε του βαθμού πνευματικότητας της ζωής τους θα πάρουν μέρος σ’ εκείνο το θαυμαστό γεγονός.  Αν αι φρόνιμοι παρθένοι εν αντιθέσει προς τας μωράς έγιναν δεκτές στο γάμο του Νυμφίου το όφειλαν όχι στο ότι αυτές κατ’ αντίθεση προς τις άλλες δεν ενύσταξαν γιατί είναι ρητή η περί του αντιθέτου διαβεβαίωσης Εκείνου που είπε την παραβολή. Τα όφειλαν αυτό μόνο στο γεγονός ότι στις δικές τους λαμπάδες υπήρχε έλαιον σύμβολο αυτό του Αγίου Πνεύματος και του έργου Του στην καρδιά του ανθρώπου.
Έπειτα αναφερόμενος σ’ εκείνο το μεγάλο γεγονός γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Έπειτα ημείς οι ζώντες όσοι απομένομεν – όχι μερικοί εξ’ ημών αλλά όλοι όσοι απομένομεν – αρπαχθώμεν μετ’ αυτών εν νεφέλαις εις συνάντηση του Κυρίου εις τον αέρα» (Α΄ Θεσσαλονικείς 4:17). Όλοι όσοι είναι του Χριστού! Γράφοντας δε στην Εκκλησία της Κορίνθου που δυστυχώς διακρινόταν όχι για την πνευματικότητα αλλά για την κοσμοφροσύνη της  και αναφερόμενος πάλι στο μεγάλο γεγονός της αρπαγής της Εκκλησίας λέγει ο Απ. Παύλος: «Ιδού μυστήριον λέγω προς εσάς πάντες μεν δεν θα κοιμηθώμεν – όλοι δηλαδή δεν θα περάσουμε από την πικρή πείρα του Θανάτου – πάντες όμως – και όχι μόνο οι εξ’ ημών πνευματικώτεροι – θα μεταμορφωθώμεν εν μια στιγμή εν ριπή οφθαλμού εν τη εσχάτη σάλπιγγι» (Α΄ Κορινθίους 15:52).
Το αν σε κατάσταση ευσεβούς ζωής και πνευματικότητας και αφιερώσεως στον Κύριο και στο έργο Του θα με καταλάβει η μεγάλη εκείνη στιγμή θα ασκήσει στο αιώνιο μέλλον μου και στη θέση που θα καταλάβω στη ζωή του ουρανού συνέπειες υψίστης σημασίας. Οι συνέπειες όμως αυτές θα εκδηλωθούν μετά την αρπαγή μου με τους άλλους πιστούς. Θα εκδηλωθούν μπροστά στο βήμα του Χριστού στο οποίο έχουμε αφιερώσει ένα ιδιαίτερο κήρυγμα στη σειρά αυτή των μελετών μας.
Αν όμως την ψυχή μου την έπλυνε με το αίμα Του ο Χριστός αν μ’ όλο το βάρος της αμαρτίας μας ακουμπήσαμε κι’ εμείς δια της πίστεως στο σταυρό του Σωτήρος τότε κι’ εσύ κι’ εγώ θα είμαστε στο συννεφάκι εκείνο καθώς θ’ απομακρύνεται από τη γη της κατάρας για να φέρει την ολοκληρωμένη πια Εκκλησία του Χριστού στην άμεση παρουσία του Κυρίου της.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ==============================

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ====================== 

Ήταν το ξεχείλισμα της πικρίας μιας πολύ πονεμένης καρδιάς. Πολύ σκληρά χτυπήματα είχε δεχτή. Πολύ πικρά ποτήρια είχε πιει ο ευσεβής εκείνος άνθρωπος ο Ιώβ. Οι δοκιμασίες κοπάδι ήλθαν και χτύπησαν την πόρτα του. και κάτω από το βάρος της θλίψεως και κάτω από το βάρος του πόνου δεν έσπασε η πίστης του λύγισε όμως η καρδιά του. και άφησε κύμα μετά το κύμα καυτός να ξεχειλίσει από την πληγωμένη του καρδιά ο πόνος: «Είθε – είπε να χαθεί η ημέρα καθ’ ην εγεννήθη και η νύξ καθ’ είπον Εγεννήθη αρσενικό» (Ιώβ 3:3). « Ο άνθρωπος – είπε – γεννάται δια την λύπην και οι νεοσσοί των αετών δια να πετώσιν υψηλά» ( Ιώβ 5:7). Νόμος φυσικός που κανείς δεν μπορεί να τον διαφύγει!  Όπως νόμος φυσικός είναι εκείνος που τραβά τους μικρούς αετιδείς έξω από τη μητρική φωλιά και τους ωθεί να πέσουν στο κενό για να ζυγισθούν στις πρωτόπειρες φτερούγες τους έτσι νόμος αδυσώπητος ηθικός είναι εκείνος που γεμίζει τη ζωή του ανθρώπου με δάκρυα με πόνο με πίκρα. Κι’ επιτέλους έρχεται ο θάνατος και τερματίζεται η θλιβερή υπόθεσης της ζωής.
Ούτε σαν ένα ξερό κούτσουρο δεν είναι του ανθρώπου η ζωή γιατί   
Από εκείνο υπάρχει ελπίς καινούργια βλαστάρια ζωής να ξεπεταχθούν ενώ ο άνθρωπος ενώ ο άνθρωπος… «Διότι περί του δένδρου εάν κοπεί είναι ελπίς ότι θα αναβλαστήση και ότι ο τρυφερός αυτού βλαστός δεν θα εκλείψει… αλλά ο άνθρωπος αποθνήσκει και παρέρχεται και ο άνθρωπος εκπνέει και που είναι;» (Ιώβ 14:7). Και μέσα στο σκοτάδι αυτό της απελπισίας που ζώνει τον Ιώβ μια ερώτησης ανεβαίνει στην καρδιά του: «εάν αποθάνει ο άνθρωπος θα ζήσει και πάλιν;» (Ιώβ 14:14).
Όχι ο Ιώβ αλλά ο άνθρωπος – ο πληγωμένος ο θλιμμένος άνθρωπος ο άνθρωπος που του χτύπησε ο θάνατος το σπίτι  και του έσπασε την καρδιά αυτός ρωτά με αγωνία: «Αν αποθάνει ο άνθρωπος άραγε θα ξαναζήσει και πάλι;» Την ώρα εκείνη του πένθους και της σκληρής του δοκιμασίας μια φωνή από τον ουρανό μίλησε μέσα στου Ιώβ την καρδιά: «Ναι – είπε - θα ξαναζήσει». «Θα με καλέσεις κι’ εγώ θα σου αποκριθώ»
(Ιώβ 4:1-15 «Διότι εξεύρω ότι ζει ο Λυτρωτής μου και θα εγερθεί εν τοις εσχάτοις καιροίς επί της γης και αφού μετά το δέρμα μου το σώμα μου τούτο φθαρεί πάλιν με την σάρκα μου θα ίδω τον Θεόν» (Ιώβ 19:25-26). Του γεγονότος της αναστάσεως προμήνυμα αυτό πολύ σαφές που ευδόκησε ο Θεός σ’ εκείνη τη μακρινή και σκοτεινή εποχή να δώσει σε μια πολύ πονεμένη καρδιά. Κατά δύο τρόπους αντιμετώπισε ο άνθρωπος το πρόβλημα του θανάτου – εσφαλμένους και τους δύο. Είδε πρώτα το θάνατο με το μάτι του υλιστού. Σώμα και μόνο το σώμα είδε στον άνθρωπο. 
Πέρα από το σώμα τίποτα. Αδιάσπαστα με το σώμα δεμένη η ζωή μέσα σ’ έναν κρύο τάφο το σκέπασαν και το εξαφάνισαν για πάντα το όμορφο αυτό θαύμα που ονομάζεται ανθρώπινη ζωή.
Αντίληψης αυτή πολύ επιπολαία. Λύσης αυτή του προβλήματος του θανάτου που ποτέ δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τον άνθρωπο. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς  πολύ βαθυστόχαστος φιλόσοφος για να νιώσει ότι κάτι πέρα από το σώμα υπάρχει στη
Ζωή του ανθρώπου. Κάτι που μέσα στο σώμα κατοικεί μα δεν ταυτίζεται με το σώμα. Θάνατος ανανέωσης και λαμβάνει χώραν στο σώμα. Θάνατος των παλαιών κυττάρων που στη θέση τους καινούργια ολοένα κύτταρα διαρκώς αναπηδούν. Και σε διάστημα επτά όπως υπολογίζουν οι επιστήμονες ετών μια τέλεια ανανέωσης του ανθρώπινου οργανισμού έχει συντελεστή ως το πιο λεπτό νεύρο ως το πιο μικρό τριχοειδές αγγείο έτσι που σήμερα ούτε ένα κύτταρο να μη έχω στο σώμα μου από τα κύτταρα που το συναποτελούσαν πριν από επτά χρόνια. Από τα παιδικά μου χρόνια πόσες φορές τελείως άλλαξε σύσταση το σώμα μου! Μέσα από ένα αδιάκοπο φαινόμενο θανάτου και ανανέωσης συνεχίζεται του σώματος η ζωή. Κάθε επταετία ένας καινούργιος τελείως καινούργιος άνθρωπος ανακύπτει.
Καινούργιος και όμως ο ίδιος άνθρωπος ο παλιός. Γιατί ενώ κανένα κύτταρο ύλης από τα παλιά δεν μου έχει απομένει διατηρώ και ανάμνηση της παλιάς μου ζωής και συναίσθηση του αναλλοίωτου «εγώ» μου. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτό το ασύλληπτο και μυστηριώδες ον που το ονομάζω «εγώ» στεγάζεται μεν μέσα στο σπίτι που το αποτελούν τα συνεχώς ανανεωμένα κύτταρα της ύλης και εκδηλώνεται μέσα από το σπίτι αυτό αλλά δεν ταυτίζεται με το σπίτι. Και όπως σ’ όλα τα σπίτια και σ’ αυτό ο ένοικος είναι μεγαλύτερης σημασίας από το σπίτι. Και όταν το σπίτι καταρρεύσει ο ένοικος μετοικεί.
Ευγενέστερα εκ πρώτης όψεως αλλά το ίδιο εσφαλμένη είναι η αντίθετη λύσης που δόθηκε στο πρόβλημα του θανάτου από τον Πλάτωνα και άλλους Έλληνας φιλοσόφους. Τόσο πολύ άφησαν αυτοί την καρδιά τους να νοιώσει και να εκτιμήσει τον ένοικο ώστε αισθάνθηκαν περιφρόνηση για το σπίτι. Πνεύμα κατ’ αυτούς ο άνθρωπος και μόνο πνεύμα. Η ύλη; Ένα αναγκαίο προσωρινό κακό. Το σώμα μια πρόσκαιρη στενόχωρη φυλακή. Ένα στεναγμό βαθύ ανακουφίσεως αναδίδει η ψυχή – ο πραγματικός
Άνθρωπος – όταν επί τέλους απαλλαγεί από την ύλη όταν σπάσει επί τέλους της φυλακής και αποθέσει σε κάποιο τάφο το περιφρονημένο αυτό σώμα. Κι’ αυτός ελεύθερος πια από τους πειρασμούς του σώματος για πρώτη φορά τώρα ανακαλύπτει την πραγματική ομορφιά της ανθρώπινης ζωής.
Και οι δύο αυτοί τρόποι αντιμετωπίσεως του προβλήματος του
θανάτου είναι τελείως σαθροί. Τελείως διαφορετική είναι η διδασκαλία της Αγ. Γραφής. Εύκολο είναι να το παρατηρήσει κανείς ότι ο άνθρωπος είναι ένα δισυπόστατο όν. Και ο ένοικος δεν συνταυτίζεται με το σπίτι αν το «εγώ» του ανθρώπου δεν συνταυτίζεται με το σώμα όμως κάποιο σπίτι χρειάζεται οπωσδήποτε ο ένοικος ένα σώμα χρειάζεται οπωσδήποτε η ψυχή για να λειτουργήσει και να εκδηλωθεί και να εξακολουθήσει να υπάρχει το όν εκείνο που το ξέρουμε ως άνθρωπο.
Έτσι ενώ της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας πιο ψηλό φτερούγισμα κι’ η πιο ευγενική διδασκαλία ήταν η αθανασία της ψυχής  η διδασκαλία δηλαδή κατά την οποία η ψυχή δεν πεθαίνει αλλά επιζεί του σώματος απαλλασσόμενη απλώς από τα δεσμά του της Αγ. Γραφής η διδασκαλία είναι η ανάσταση του σώματος  με μια καινούργια ασύλληπτη υπό τις σημερινές μας συνθήκες  σύσταση και η ολοκλήρωσης της ανθρώπινης προσωπικότητας που με το επεισόδιο του θανάτου είχε υποστεί ένα καίριο τραύμα και μια ουσιώδη απώλεια. Και η ολοκληρωμένη τώρα και πάλι ανθρώπινη προσωπικότης στην οποία κατά τρόπο αδιάσπαστο πλέον είναι ζευγαρωμένα η ψυχή και το σώμα εισέρχεται σε μια καινούργια σφαίρα ζωής και δράσεως μπροστά στην οποία η παρούσα ζωή μονάχα σαν μια άτονη σκιά να παρομοιασθή.
Είναι λοιπόν εκ της ουσίας του λυτρωτικού έργου του Χριστού η ανάστασης του σώματος. Το έργο το λυτρωτικό ολόκληρη την προσωπικότητα του ανθρώπου είναι προορισμένο να αγκαλιάσει – η προσωπικότης όμως αυτή είναι διφυής. [διφυής =που έχει διπλή φύση δισυπόστατος] αν κατά συνέπεια το έργο το λυτρωτικό του Χριστού σταματούσε στο χείλος του τάφου και πιο πέρα δεν μπορούσε να προχωρήσει αν την ψυχή την έσωζε ο Χριστός από την αμαρτία το σώμα όμως από την φθορά του θανάτου – που είναι ο καρπός της αμαρτίας – δεν μπορούσε να το σώσει ημιτελές θλιβερά θα έμενε το έργο του Σωτήρος.
Ακόμα όμως για την άλλη εκείνη τη μεγάλη ζωή ένα κατάλληλο όργανο εκδηλώσεως χρειάζεται η ψυχή. Σ’ αυτό τον κόσμο όργανο κατάλληλο έχει το σώμα το υλικό.
Και το σώμα αυτό πλήρως προσαρμόζεται στις συνθήκες και απόλυτα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της ζωής μέσα στον υλικό αυτό κόσμο στον οποίο τώρα κινείται. Όταν όμως εισαγάγει ο Θεός τη λυτρωμένη ψυχή σ’ εκείνη την πιο πλατειά ζωή μέσα σ’ ένα κόσμο που τη σύσταση και α όρια του απλώς να τα εικάσουμε[εικάζω (είκασα)συμπεραίνω /υποθέτω] εικασία= υπόθεση/εικόνα παράσταση]  μπορούμε σήμερα είναι φανερό ότι ένα καινούργιο όργανο εκδηλώσεως θα της χρειαστεί ένα καινούργιο σώμα το σώμα της αναστάσεως το σώμα το «πνευματικό» όπως το αποκαλεί ο Λόγος του Θεού – ένα σώμα   που θα είναι εις θέση ν’  ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες και τις νέες απαιτήσεις της ζωής υπό την καινούργια της μορφή.
Εσκόνταψαν πολλοί στο ζήτημα του σώματος της αναστάσεως γιατί το φαντάσθηκαν σαν μια διαιώνιση του παρόντος σώματος της σαρκός. Μια τέτοια υπόθεσης είναι ξένη προς τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Τα φυσικά συστατικά του σώματος που αποτίθεται στον τάφο περιέρχονται στη δικαιοδοσίας της φύσεως η οποία τα διεκδικεί και τα στρατολογεί και τα μεταβάλλει σε καινούργια κύτταρα σε άλλους ζώντας οργανισμούς. Και προσφέρει έτσι ο τάφος το περιεχόμενο του για να ξαναφανεί υπο άλλη μορφή το όμορφο θαύμα της ζωής σ’ ένα λουλουδάκι σ’ ένα δένδρο σ’ ένα πουλάκι. Και ξαναφαίνεται έτσι γύρω μας το αγαπημένο σώμα που αποθέσαμε στον τάφο σ’ αγνώριστα σχήματα σαν χρώμα σαν άρωμα σαν κίνησης στο αδιάκοπο αυτό ποτάμι της ζωής. Αυτού του σώματος τα συστατικά χρησιμοποιήθηκαν ήδη στον τάφο και δεν έπαυσαν να χρησιμοποιούνται και  θα ήταν μωρόν να  υποθέσει κανείς ότι θα σκύψει από τον ουρανό ο Θεός να συλλέξει αυτά τα συστατικά για να δημιουργήσει το σώμα της αναστάσεως.
Και όμως από τον τάφο θα βγει το σώμα της αναστάσεως. Σημάδι αυτό της ταυτότητας του σώματος της αναστάσεως με το σώμα που τώρα φορούμε. Από τον τάφο – αλλά το προϊόν μιας νέας δημιουργικής πράξεως του Θεού. πόσο ωραία και πόσο καθαρά το διδάσκει ο Απ. Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή του (15:35-42-44): «αλλά θα είπει τις: Πώς ανασταίνονται οι νεκροί; Και με ποίον σώμα έρχονται; Άφρον εκείνο το οποίον συ σπείρεις Δεν ζωογονείται εάν δεν αποθάνει.
Και εκείνο το οποίον σπείρεις δεν σπείρεις το σώμα το οποίον μέλλει να γίνει αλλά γυμνόν κόκκον σίτου ή τινός των λοιπών. Ο
Δε Θεός δίδει εις αυτό το σώμα καθώς ηθέλησε και εις έκαστον των σπερμάτων το ιδιαίτερον αυτού σώμα… Ούτως και η ανάστασης των νεκρών. Σπείρεται εν φθορά ανίσταται εν αφθαρσία σπείρεται εν ατιμία ανίσταται εν δόξη σπείρεται εν ασθενεία ανίσταται εν δυνάμει σπείρεται σώμα ζωικό ανίσταται σώμα πνευματικό». Αυτό θα γίνει τη μεγάλη μέρα της αναστάσεως και της αρπαγής της Εκκλησίας. «Ιδού μυστήριον λέγω προς εσάς πάντες μεν δεν θα κοιμηθώμεν πάντες όμως θα μεταμορφωθώμεν εν μια στιγμή εν ριπή οφθαλμού εν τη εσχάτη σάλπιγγι. Διότι θα σαλπίσει και οι νεκροί θα αναστηθούν άφθαρτοι και ημείς θα μεταμορφωθώμεν» (Α΄ Κορινθίους 15:51-52). Τώρα είναι ώρα της σποράς. Τα χωράφια της φθοράς δέχονται τώρα την σπορά. Πικρή σπορά με δάκρυα ποτισμένη. Είναι πολύ σκληρή η ώρα του τάφου. Θα ακολουθήσει όμως και η βλάστησης. Τώρα τα πράσινα μόνο φιλαράκια της προσδοκίας έχει αναδώσει ο τάφος του πιστού. Τότε θα αναφανεί το όμορφο άνθος και ο καρπός της νέας της ακατάλυτης ζωής.
Και πλάι στους κενούς τάφους των πιστών τα σώματα των ζώντων τη μεγάλη εκείνη ημέρα θα υποστούν σε μια στιγμή μέσα μια θαυμαστή μεταβολή.  Θα πάρουν κι’ αυτοί χωρίς να γνωρίσουν την πικρή πείρα του τάφου τα σώματα της αναστάσεως και ενωμένες σε μια χαρούμενη ομάδα οι δύο αυτές τάξεις των πιστών θ’ αποχαιρετήσουν τον κόσμο αυτό των δακρύων και θα
ξεκινήσουν για να συναντήσουν τον Κύριο τους στον αέρα.
`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````
Που είναι τώρα οι αγαπητοί μας αυτοί που μας πήρε ο θάνατος; Κατά το ενδιάμεσο αυτό διάστημα το προ της αναστάσεως που είναι οι νεκροί; Το σώμα τους στον τάφο στην προσωρινή του αυτή κατοικία. Η ψυχή τους όμως; Μιλούμε βέβαια για ανθρώπους που πέθαναν εν Χριστώ. Μιλούμε για κείνους που όσο ζούσαν εδώ κάτω ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση της αγάπης του Χριστού και δέχθηκαν τη σωτηρία Του. Η ανάστασης για την οποία τώρα μιλούμε σ’ αυτούς αναφέρεται. Γι’ αυτό τους λέγει ο κύριος στο βιβλίο της Αποκαλύψεως (20:6): Μακάριος όστις { έχει μέρος στην πρώτην ανάσταση». Οι άλλοι εκείνοι που πέθαναν χωρίς να συνάψουν την όμορφη αυτή σχέση με τον Χριστό – αυτών οι τάφοι θα μείνουν κλειστοί για άλλα χίλια χρόνια και δεν θ’ ανοίξουν παρά μετά την όμορφη παρένθεση της χιλιετούς βασιλείας του Χριστού στη γη. Των πιστών λοιπόν οι ψυχές κατά την ενδιάμεση αυτή κατάσταση που είναι;
Αν την ερώτηση αυτή επρόκειτο να την απαντήσουμε προ Χριστού θα έπρεπε να πούμε: «Στον Άδη». Να προσέξουμε δεν είπα : « Στην κόλαση» είπα: «Στον Άδη». Όπως σαφώς προκύπτει από πλήθος ενδείξεων σε διάφορα βιβλία της Αγία Γραφής ο Άδης είναι εκείνος ο σκοτεινός και σιωπηλός στον οποίο μεταβαίνουν τα πνεύματα των αποθανόντων εν αναμονή της αναστάσεως. Εκείνο το τμήμα του Άδου στο οποίο μεταβαίνουν τα πνεύματα των πιστών των τέκνων του θεού ονομάζεται «Παράδεισος» ή «Ο κόλπος του Αβραάμ».Αυτά προ Χριστού. Όταν ο Χριστός πέθανε όπως όλων των ανθρώπων και το δικό Του πνεύμα πήγε στον Άδη – στον παράδεισο – όπου επάνω στο σταυρό ακόμα είχε διαβεβαιώσει τον μετανοήσαντα ληστή ότι σε λίγο θα τον συναντούσε. Ο Πέτρος στο πρώτο του
κήρυγμα την ημέρα της Πεντηκοστής αναφερόμενος στο γεγονός της αναστάσεως του Κυρίου ρητώς διαβεβαιοί ότι το μετά το θάνατο Του και προ της αναστάσεως Του διάστημα το διέτριψε ο Χριστός στον Άδη. «Επειδή ο Δαβίδ λέγει περί Αυτού… Διότι δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχήν Μου εν τω Άδη ουδέ θα αφήσεις τον όσιον Σου να ίδη διαφθοράν». (Πράξεις 2:25-27). Έτσι εξηγείται η φαινομενική εκείνη αντίφασης στα λόγια του Κυρίου μας ο Οποίος στο ληστή μεν επάνω στο σταυρό είπε: « Απόψε θα είσαι μαζί Μου στον Παράδεισο» στη Μαρία δε μετά δύο μέρες λίγες ίσως στιγμές μετά την ανάσταση Του είπε: «Δεν ανέβην έτι προς τον Πατέρα Μου» (Λουκάς 23:42 +Ιωάννης 20:17). Αυτά όλα προ της αναστάσεως του Χριστού.
Η ανάστασης όμως και η ανάληψης του Κυρίου ‘όπως ήταν άλλως τε φυσικό επέφεραν μια ριζική μεταβολή πραγμάτων. Μεταβολή που η ΠΔ την είχε προαναγγείλει.  Στο βιβλίο του Προφήτου ( Ωσηέ 13:14) δόθηκε η ρητή υπόσχεσης: «Εκ χειρός Άδου θα ελευθερώσω αυτούς».  Και σ’ έναν προφητικό (ψαλμό  68:18) στο Χριστό απευθύνεται ο ψαλμωδός στο γεγονός  «Ανέβης εις ύψος ηχμαλώτησας αιχμαλωσίαν έλαβες χαρίσματα δια τους ανθρώπους». Ότι στον Χριστό αναφέρεται ο ψαλμωδός προκύπτει και από τα ίδια λόγια τα πήρε ο Απ. Παύλος και τα απέδωσε στην προς Εφεσίους Επιστολή του (4:8-10) στο Χριστό: «Δια τούτο λέγει: αναβάς εις ύψος ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν και έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους. Το δε ανέβη τι είναι ειμή ότι και κατέβη πρώτον εις τα κατώτερα μέρη της γης; Ο καταβάς αυτός είναι και ο αναβάς υπεράνω πάντων των ουρανών δια να πληρώσει τα πάντα».
Νικητής του Άδου με την ανάσταση Του έγινε ο Χριστός και η αιχμαλωσία που ηχμαλώτευσε είναι τα πνεύματα των πιστών  της παλαιάς οικονομίας που από τον τόπο της ευτυχούς εκείνης αναμονής τα έφερε στο σπίτι του Πατέρα στην άμεση παρουσία
του Θεού. Στην παλαιά οικονομία όπως σαφώς προκύπτει από τα διάφορα βιβλία της ΠΔ του πιστού προσδοκία για τον μετά θάνατο χρόνο ήταν ο Άδης – εκεί που και του κυρίου μας το πνεύμα μετέβη από το σταυρό. Τον Παύλο όμως τον ακούμε να λέγει όχι: «Επιθυμώ να φύγω και να υπάγω στον άδη;» αλλά: «επιθυμώ να φύγω και να είμαι με το Χριστό γιατί αυτό είναι πολύ καλλίτερο» (Φιλιππισίους 1:23). Ο πιστός λοιπόν που σήμερα πεθαίνει πηγαίνει κοντά στο Χριστό. ο Χριστός όμως δεν είναι πια στον Άδη είναι κοντά στον Πατέρα.
``````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````
Σ’ αυτή τώρα την ενδιάμεση την προ της αναστάσεως κατάσταση έχουν οι νεκροί συναίσθηση του περιβάλλοντος των και τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται σ’ αυτό ή μήπως περιήλθαν σε μια κατάσταση ύπνου στην οποία έχασαν και του περιβάλλοντος και του εαυτού των τη συναίσθηση και έφθασαν όπως από μερικούς έχει διδαχθεί σε μια κατάσταση ανυπαρξίας;  Ότι και αυτή ακόμα η ΠΔ εδίδασκε ότι οι ένοικοι του Άδου διατηρούσαν αμείωτη ή μάλλον ενισχυμένη τη συναίσθηση και των εαυτών και του περιβάλλοντος των από πολλά χωρία της προκύπτει. Για να πάρουμε ένα μόνο από τα χωρία αυτά ας θυμηθούμε την περικοπή του φρικώδους μεγαλείου που συναντούμε στο βιβλίο (του προφήτου Ησαϊου 14:9-11). Περιγράφει ο προφήτης την κάθοδο κάποιου επιφανούς αμαρτωλού στον Άδη και λέγει: «Εκινήθη κάτωθεν ο Άδης δια σε δια να προϋπαντήσει την έλευση σου δια σε εξέγειρε τους νεκρούς πάντας τους ηγεμόνας της γης…Πάντες ούτε θα αποκριθούν και θα είπουν προς σε: και συ έγινες αδύνατος καθώς ημείς; Κατέστης όμοιος ημών;»  Και συνεχίζεται η προσφώνησης στον ίδιο τόνο σαρκασμού.  Βλέπουμε λοιπόν οι ένοικοι του Άδου Μιλούν αισθάνονται…Έχουν ακόμα και τη δυνατότητα του σαρκασμού. Είναι αυτό εικόνα ανθρώπων κοιμωμένων; Είναι εικόνα ανθρώπου που έχουν χάσει τη συναίσθηση του εαυτού των και του περιβάλλοντος των;
Οι ψυχές των μαρτύρων στο βιβλίο της (Αποκαλύψεως 6:9-11) προ της αναστάσεως των «έκραζαν μετά φωνής μεγάλης λέγουσα: Έως πότε δέσποτα άγιε αληθινέ δεν κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών από των κατοικούντων επί της γης;» Κραυγή αυτή και ικεσία ανθρώπων που προφανώς διατηρούν ακεραία τη συναίσθηση του περιβάλλοντος των. Και είδαμε τον Απ. Παύλο
  Πιο πάνω να ανοίγει την καρδιά του και να δίνει διέξοδο στην επιθυμία του: «Έχω την επιθυμίαν να είμαι με τον Χριστόν διότι είναι πολύ πλέον καλλίτερον». Ασφαλώς η επιθυμία του Παύλου δεν ήταν να αφήσει τη σφαίρα της ευτυχισμένης δραστηριότητας για τον Κύριο Του που ανέπτυσσε στην παρούσα ζωή και να περιέλθει σε μια κατάσταση αναισθησίας αλλά ήταν ν’ αφήσει τη ζωή του πόνου και των δακρίων και να πάει στη συντροφιά του Χριστού και του τρισευτυχισμένου περιβάλλοντος του ουρανού.
`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````
Κι’ ένα τελευταίο ερώτημα για τη ζωή της αναπαύσεως. Ερώτημα που πολύ ζωτικά μας ενδιαφέρει όλους μας όσοι χάρις στη σχέση μας με το Σωτήρα έχουμε χαρούμενη προσδοκία ότι θα πάρουμε μέρος σ’ εκείνη τη ζωή. Θα υπάρχει αναγνώρισης στη ζωή της αναστάσεως; Στη νέα εκείνη μορφή ζωής που θα μπούμε θα αναγνωρίσουμε τους αγαπητούς μας;
Είναι δυνατόν να μη τους αναγνωρίσουμε; Η μνήμη είναι της προσωπικότητας του ανθρώπου ένα από τα πιο σπουδαία στοιχεία. Είναι λοιπόν δυνατόν να φανταστούμε ένα λυτρωμένο τώρα ον που σε κάποιο στάδιο της ανόδου του και στην καινούργια μορφή ζωής έχασε το πολύτιμο αυτό στοιχείο της προσωπικότητας του; και είναι δυνατόν να είναι ευτυχισμένος ο άνθρωπος που ένα ολόκληρο κομμάτι της ζωής του χάθηκε στο κάπου στο πέλαγος της λήθης; Δεν θα φτωχύνει θα πλουτισθεί δεν θα ζαρώσει θα αναπτυχθεί δια της αναστάσεως η ζωή μας.  Και η μνήμη φωτισμένη τώρα με το φως της αιωνιότητας θα προσθέσει κι αυτή τα δικά της χρώματα στην ομορφιά της ζωής του ουρανού.
Δεν μας άφησε όμως ο λόγος του Θεού στο σημείο αυτό στις δικές μας εικασίες.(συμπεράσματα)ας μη σταματήσουμε στο ιστορικά εκείνο επεισόδιο – όχι παραβολή αλλά ιστορικό επεισόδιο – του πλουσίου και του Λαζάρου για να παρατηρήσουμε πως ο πλούσιος από τον τόπο των βασάνων
αναγνώρισε τον φτωχό εκείνον επαίτη που κάποτε συνήθιζε να τον βλέπει στα σκαλοπάτια του μεγάρου του και τώρα τόσο ανέλπιστα τον είδε στους κόλπους του Αβραάμ. Ας σταθούμε μπροστά σε κάτι το άκουσμα πιο συγκεκριμένο.
Θυμηθείτε τη σκηνή εκείνη πάνω σε κάποια πλαγιά του όρους Θαβώρ. Ανέβηκαν στο βουνό ο Χριστός και τρεις μαθηταί Του
και κατέβησαν στο βουνό ο Μωϋσής και ο Ηλίας.
Και έλαβε χώραν το θαυμαστό εκείνο επεισόδιο: η μεταμόρφωσης του Κυρίου. τι ήταν αυτό που πράγματι έλαβε χώραν εκεί; Προσέξτε καλλίτερα τους δύο εκείνους ουράνιους επισκέπτες του Κυρίου μας και θα το δείτε. Ο ένας απ’ αυτούς είχε πεθάνει και πάνω στην πλαγιά κάποιου άλλου βουνού ο ίδιος ο Θεός τον έθαψε. Ο άλλος δεν πέθανε αλλά με άρμα πύρινο τον πήρε ο Κύριος στον ουρανό. Ο ένας γνώρισε την πικρή πείρα του τάφου ο άλλος τον παράκαμψε τον τάφο. Και οι δυό τώρα επισκέπτες του Κυρίου μας με τα σώματα της αναστάσεως – και τους αναγνώρισαν οι μαθηταί! Από ανακοίνωση ασφαλώς του Κυρίου  τους αναγνώρισαν - πάντως υπήρξε αναγνώρισης.
Ήταν συμβολική νομίζω η επίσκεψης εκείνη. Μια μικρή προκαταβολή ήταν της χαράς της μεγάλης εκείνης ώρας της αρπαγής της εκκλησίας. Και στα πρόσωπα των δύο εκείνων επισκεπτών του Κυρίου αναγνωρίζουμε τους πρωτοπόρους των δύο ομάδων πιστών που θα συναντηθούν στον αέρα για να υποδεχθούν το Χριστό. η μία από τον κενωθέντα τάφο η άλλη χωρίς να έχει γνωρίσει την πίκρα της πείρα αυτής.
Σε ποια από τις δύο αυτές ομάδες άραγε θα βρεθούμε την ημέρα εκείνη εμείς; Η καρδιά μας ψιθυρίζει την προτίμηση της. Είναι η ίδια προτίμησης που είχε ο απ. Παύλος: «Διότι όσοι είμεθα  εν τούτω το σκηνώματι στενάζομεν υπό του βάρους αυτού επειδή θέλωμεν ουχί να εκδυθώμεν αλλά να επενδυθώμεν δια να καταποθεί=( εξαντλώ κουράζω πολύ δηλ. το κουρασμένο εξαντλημένο σώμα μας) το θνητόν υπό της ζωής» (Β΄ Κορινθίους 5:4). Λαχταρά ο Απ.  Παύλος να τον καταλάβει η μεγάλη εκείνη στιγμή ζώντα ούτως ώστε να βρεθεί στην ανάγκη να εκδυθεί το σώμα του αλλά να επενδυθεί το σώμα της αναστάσεως και να καταποθεί=(εξαντλώ κουράζω πολύ δηλ. το κουρασμένο εξαντλημένο σώμα μας) έτσι το θνητό υπό της ζωής. Το ίδιο και η δική μας καρδιά λαχταρά. Αυτό όμως θα το αποφασίσει ο Κύριος.
Εκείνο που ξέρουμε με θετικότητα είναι αν είμαστε του Χριστού θα βρεθούμε οπωσδήποτε εκείνη τη μεγάλη μέρα μαζί Του και ας ορίσει Εκείνος σε ποια από τις δύο ομάδες υποδοχής θα μας τάξει. Πόσο ωραία θα είναι αν βρεθούμε στην ομάδα του Ηλία και ξαφνικά μέσα από την τύρβη της καθημερινής ζωής και τους
πειρασμούς της  και τις δοκιμασίες της αρπαγούμε στον αέρα! Αλλά και στου Μωϋσή την ομάδα πόσο ωραία θα είναι! Πόσο ωραία όταν ξαφνικά μια ακτίνα από το φως της αναστάσεως θωπεύσει τον τάφο μας και αποδώσει το σώμα μας στην καινούργια ζωή! Ο Θεός να δώσει σ’ όλους μας τη μεγάλη αυτή χαρά.

```````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````